Τί είπε ο κύριος Γιώργος Αζάς για την Πυλαία (και) για τη μουσική της;

με αφορμή μια ερώτηση για τον ξακουστό Πολίτη οργανοποιό Hλία Κανάκη (Καπούνταγλη)

 

 

Συνέντευξη του κ. Γιώργου Αζά
ΜΕΡΟΣ 1ο

 (αρχείο ήχου)

 

Γιώργος Αζάς -Τι θες για τον Ηλία να πούμε;

Εσείς τον ξέρετε Καπούνταγλη. Αυτός ήρθε εδώ πρόσφυγας το ’22. Το Καπούδαγλι ήταν  τοποθεσία, στην Πόλη. Όπως λέμε  Θεσσαλονικιός, Μακεδόνας... Αυτός λεγόταν Καπούδαγλης. Από την Πόλη ήτανε νομίζω.

Β.Β. -Κι εγώ έτσι έχω ακούσει.

Γ.Α. -Καλός άνθρωπος ήτανε, τεχνίτης, έφτιαχνε όργανα, τα πάντα: ούτια, βιολιά, πιάνα δέν έφτιαχνε μόνο...αυτό δεν ήξερε μόνο...λαούτα, κλαρίνα.

Β.Β. -Εσείς κύριε Γιώργο, πόσο χρονώ ήσασταν όταν ο Ηλίας ήταν μάστορας καλός;

Γ.Α. -Εγώ ήμαν καμιά 15 - 16 ετών, και καθόταν εδώ κάτω, πίσω από τον Άρη... πίσω απο του Άρη εδώ το γήπεδο είναι η Βούλγαρη....εδώ στα χαμηλά σπίτια. Σ’ αυτή την τοποθεσία ήταν εδώ πρόσφυγες και απο χωριά, εδώ τα ντόπια τα χωριά....Γαλάτιστα, Βασιλικά, Γαλανό, Επανωμίτες, ζουμπατιανοί.... Ζουμπατιανοί είναι ο Τρίλοφος, το λέγανε παλιά...

Β.Β. -Ζουμπά;

Γ.Α. -Ζουμπάτ, ναι, είναι στα τούρκικα.

-Είχε πάρει γυναίκα Επανωμίτισσα;

Γ.Α. - Ο Τσιτσάνης υπηρετούσε στο τάγμα των τηλεγραφητών... Εκεί που είναι τώρα η Νομαρχία τώρα και έβγαιναν βόλτα, το Νυφοπάζαρο και γνωριστήκανε με μια κοπέλα από την Επανωμή αυτή η καταγωγή της και την παντρεύτηκε και πήγε μετά στην Αθήνα, η ιστορία του Τσιτσάνη...

Β.Β. -Α, εγώ νόμιζα  ο Ηλίας είχε πάρει Επανωμίτισσα...

Γ.Α. -Όχι, όχι ο Τσιτσάνης, αυτός ο... ξακουστός.

Β.Β. -Ο Ηλίας είχε παντρευτεί εδώ ή ήτανε;

Γ.Α. –Ε... δεν θυμάμαι, είχε γυναίκα μια γριά, παιδιά δεν ξέρω αν είχε...

Εμείς τον μπαρμπα Ηλία τον Κανάκη, τον είχαμε και γείτονα, εδώ είναι μια τοποθεσία που λέγεται Καράκαλα- τώρα έχει μια κεραία, άμα πας στην ταράτσα θα δεις κεραία πούχει, λέγεται Καράκαλα. Είχαν αμπέλι και τους αγόρασε ένα χωράφι, είμασταν γειτόνοι, παιδιά, και πηγαίναμε στα αμπέλια, μαζεύαμε σταφύλια.

Β.Β. -Έκανε δηλαδή και τα σταφύλια του...βέβαια.

Β.Β. -Όχι μόνο τα όργανα...

Γ.Α.-Ναι, βέβαια, ήτανε και μερακλής, και μετά όταν έγινε η τάφρος, του το πήρανε. Από τον Κέδρινο λόφο...το Σέιχ-Σου που λένε, λοιπόν, πλημμύριζε έτσι και κατέβαινε το ποτάμι, τώρα πότε έγινε το ’55 έγινε; Έγινε η τάφρος και του απαλλοτροίωσαν το χωράφι.

Β.Β. -Εσείς κύριε Γιώργο είχατε αγοράσει μπουζούκι από τον Ηλία; Είχατε πάρει τότε, είχατε αγοράσει μπουζούκι απο τον Ηλία;

 Πήγα και παρήγγειλα, γνωριζόμασταν, παιδί εγώ, ένα μπουζούκι.
Του λέω:

- Μπαρμπα Ηλία θα μου κάνεις ένα μπούζουκο;

- Θα σου κάνω...μου λέει. Κι έκανε ένα μπουζούκι.

Δεν μπορούσα να το χαρώ, τραβούσε ο ένας, τραβούσε ο άλλος.

Β.Β. -΄Εγινε ζημιά, ε;

Γ.Α.- Έτσι τσατίστηκα κι εγώ...μόλις το είδα έτσι, το τσαλαπάτησα, το’σπασα και δεν μπόρεσα να μάθω. Κι ήθελα να μάθω.

Β.Β. -Ποιά τραγούδια σ’αρέσαν;

Γ.Α.-Τραγούδια ... αυτά, τότε παλιά έλεγα του Τσιτσάνη, του Παπαϊωάννου, αυτοί οι τραγουδισταί, Γαβαλάδες, Μαμαλάδες ξερω΄γω και τέτοια και τα άκουγα και μ’ άρεσαν.

Β.Β. -Μιλάμε τώρα το '40, πότε ήταν;

Γ.Α. -Ε, ναι το ’40 βέβαια.

Β.Β. -Το μπουζούκι το πήρες εσύ το '38;

Γ.Α. -Ε, περίπου.

Β.Β. - Ο Ηλίας το '40 περίπου πέθανε;

Γ.Α. -Δεν θυμάμαι, το '40 πέθανε, μετά; Το '50 πέθανε, δεν θυμάμαι ακριβώς ήταν μεγάλος.

Β.Β. -΄Ητανε μεγάλος σε ηλικία δηλαδή;

Γ.Α. -Βέβαια τότε εγώ 15-16 χρονώ παιδί αυτός ήταν 60 χρονών

Β.Β. -Α, ήρθε από την Πόλη πρόσφυγας ο ίδιος.

Γ.Α. -Ναι, η γυναίκα του είχε ένα μαγαζί εδώ κάτω, πίσω από τον Άρη, κι ένα μπαχτσέ. Στης Μπαμπω Χάιδως το μπαχτσέ. Όταν τεχνίτης καλός. Κι όταν έπαιζε ούτ(ι) κελαηδούσε, όχι να βλέπει, απ’ έξω να παίζει και να σε βλέπει  και να τραγουδάει.

Β.Β. -Τραγουδούσε κιόλας μαζί;

Γ.Α.-Βέβαια, Μερακλής!

Β.Β. -Ποιά τραγούδια έλεγε;

Γ.Α.-΄Ελεγε από την Πόλη δικά τους, διάφορα

Β.Β. -Εκείνη την εποχή ποιοί ήτανε άλλοι στη Πυλαία που ήταν στη μουσική μπροστά. Ορχήστρες είχε;

Γ.Α.-Είχε έναν που έπαιζε κλαρίνο λεγόταν Τσιαμπάσης κι ένας άλλος μπαρμπα Σταύρος, Καμπόσος, βιολί, κι ένας Τσαϊλιάνης  Στέλιος ούτι.

Β.Β. -Πώς τον είπατε αυτόν;

Γ.Α.-Τσαϊλιάνης, έπαιζε ούτι.

Αυτός τραγουδούσε και τούρκικα είχε πάει στη Μικρά Ασία και πήρε μια Σμυρνιά παντρεύτηκε κι έφερε εδώ... φαντάρος

Β.Β. -Ήταν ντόπιοι Πυλαιώτες, δηλαδή αυτοί εδώ που μου είπατε τώρα;

Γ.Α. -Βέβαια όλοι ντόπιοι γέννημα θρέμμα, από διάφορα χωριά, γηγενείς Μακεδόνες με ελληνική γλώσσα, απόγονοι του Μέγα Αλέξανδρου. Έχουμε ιστορία εμείς, τότε που έγινε η Τουρκία επετέθη και κατέλαβε όλες τις πόλεις. Το χωριό μας λεγόταν παληά, Στρέπσα, και ήτανε στην Άνω Τούμπα που ήτανε το Κρυονέρι, έχει ζωολογικό κήπο στο Κρυονέρι ήτανε το χωριό μας και το μετέφεραν εδώ γιατί, τα παιδιά, είχε σαΐτες για τα μικρά κατοικίδια και τα δηλητηρίαζαν και φορούσαν μπότες. Έτσι αναγκάστηκαν κτηνοτρόφοι και αγρότες να μεταφέρουν το χωριό εδώ. Και όσοι ήταν οι επαγγελματίες... μπακάληδες, μανάβηδες, τσαγκάρηδες... είχαν και λεφτά μερικοί... πήγαν και μετανάστευσαν στον Λευκό Πύργο. Στο σινεμά απέναντι έχει μια εκκλησία «Παναγιούδα»... μια παλιά εκκλησία. Δεν ξέρω άν την ξέρεις.

Β.Β. -Ναί, την ξέρω.

Γ.Α.-Την ξέρεις ε; Πίσω απ’ τον Λευκό Πύργο, μια παληά. Εκεί στην εκκλησία πήραν και την εικόνα του Προφήτη Ηλία, βρίσκεται εκεί μέσα αυτή η εικόνα. Ήρθαν λοιπόν εδώ και εγκαταστάθηκαν οι κτηνοτρόφοι, οι αγρότες και δημιούργησαν εδώ.Έγιναν Θεσσαλονικείς, γιατί ήμασταν ίδια ράτσα με την Θεσσαλονίκη, ίδια φυλή. Εδώ πάνω στα Κάστρα, εδώ, πολέμησαν οι δικοί  μας σκληρά. Οι Τούρκοι μας χάρισαν, όπως κι οι Γερμανοί ύστερα που πήρε η Ελλάδα τα όπλα, μας άφησαν ελεύθερα. Το ίδιο επαθάμε κι εμείς, δέν μας πήραν και τα κτήματα κι αυτά όλα. Γι’ αυτό απ’ το Λευκό Πύργο, απ’ την παραλία εκεί που είναι το Βασιλικό Θέατρο κι απάνω μέχρι το Σέιχ Σού ήταν χωράφια δικά μας Πυλαιώτικα, μέχρι εδώ πίσω στην Αμερικανική σχολή στη Θέρμη, κάτω στα πράσινα φανάρια.

Β.Β. -Ναι.

Γ.Α.-Μέχρι εκεί όλο αυτό, μέχρι εκεί. Αλλα οι απαλλοτριώσεις μετά το ’22 που έγιναν, άρχισαν να μας απαλλοτριώνουν τα κτήματα, έφεραν τους πρόσφυγες, έγινε μεγάλη ζημιά βέβαια, στη Μικρά Ασία, στο Πόντο, σ’αυτά. Και ήρθαν εγκατέστησαν εδώ, τους πρόσφυγες μέσα και δίχως να μας αποζημιώσουν μιά δεκάρα, μιά δεκάρα.

Β.Β. -Πήραν τα δικά σας κτήματα;

Γ.Α. -Ναί, μας τα πήραν, η Πρόνοια, και εγκατέστησε τους πρόσφυγες, αλλά θα πείς, κι αυτοί οι φουκαράδες πού να πάν; Μπρός γκρεμός και πίσω ρέμα που λένε, ήρθαν εδώ και ξεκίνησαν απ’ το μηδέν.

 

 

Συνέντευξη: Βασίλης Βέτσος, 21.1.2005

Απομαγνητοφώνηση: Αντώνης Λέρας, μαθητής Β΄ Λυκείου Μουσικού Σχολείου Θεσσαλονίκης, 23.3.2007