Μ.Τ. : Θὰ μοῦ πεῖτε τί δουλειὰ ἔχουν τὰ μπουζούκια μὲ τὸ 21; «Τί εἴδους ἀρχὴ εἶναι αὐτή;» Κάπως ἔπρεπε ν' ἀρχίσουμε,νὰ δοῦμε τώρα τὸ πὼς θὰ τελειώσουμε. Ὑπάρχει κάτι χειροπιαστό, ἕνα ὄργανο ἃς ποῦμε, ποῦ νὰ μᾶς συνδέει μὲ τὸ 21;Ἒ αὐτὸ εἶναι τὸ μπουζούκι. Εἶναι μία σκυταλοδρομία ὅπου τὸ μπουζούκι περνᾶ ἀπὸ χέρι σὲ χέρι, ἀπὸ ἄνθρωπο σὲ ἄνθρωπο, ἀπὸ ἐποχὴ σὲ ἐποχή, ἀπὸ μουσικὴ σὲ μουσική, ἀπ' τ' ἁλώνια στὰ σαλόνια , Παίζει ἐδῶ καὶ 10 χρόνια στὶς γιορτὲς καὶ στὶς ἐκδηλώσεις τοῦ σχολείου μας, ὑπομονετικά, ὡς ποὺ φέτος μπῆκε πιὰ στὸ πρόγραμμα διδασκαλίας. Θὰ μοῦ πεῖτε : Καὶ εἶναι καλὸ αὐτό; Τὸ μπουζούκι τὸ ξέρει; Μπορεῖ ναὶ μπορεῖ κι' ὄχι. Γιὰ τὸ σχολεῖο μᾶλλον καλὸ εἶναι, ἀφοῦ ὅπως λέει κι ὁ Διονύσιος Σολωμὸς «ἐθνικὸ εἶναι τὸ ἀληθές». Κι ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι τὸ μπουζούκι μαζὶ μὲ ἄλλα παρεμφερῆ ὄργανα τῆς ἴδιας οἰκογένειας τῆς πανδουρίδος ὅπως ὁ ταμπουράς, τὸ λιογκάρι, τὸ μπουλγκαρί, τὸ ἰκιτελὶ , τὸ σιαρκὶ ,πολλὲς φορὲς συμπλήρωσε τὴν ἁρματωσιὰ τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ 21, τοὺς συντρόφεψε πίσω ἀπ' τὰ ταμπούρια, ἐπαληθεύοντας τὴν καταγωγὴ τοῦ ἀπ' τὸ μουσικὸ τόξο ποὺ εἶχε συνάμα καὶ πολεμικὴ χρήση. Καὶ γιὰ τοῦ λόγου τὸ ἀληθὲς ἂς δοῦμε τί γράφει ὁ Μακεδόνας στρατηγὸς τοῦ ‘21, Νικόλαος Κασομούλης στὰ Στρατιωτικὰ Ἐνθυμήματα του , ὅπως τὰ ἀνθολόγησε ὁ Ἠλίας Βολιότης- Καπετανάκης:
Α΄ : Ἐγὼ λαλοῦσα τὸ μπουζούκι λεγόμενον, ὁ Χρίστος τὸν ταμπουρᾶν μὲ δυὸ τέλια, ὁ Σπύρος Μήλου τὸ φλάουτο, ἄλλοι, ἄλλα ὄργανα εὐμετακόμιστα, μπουλγάρια καὶ ρεμπάπια.
.. Μ.Τ: Σὲ ἕνα γλέντι τὴν Κυριακή του Πάσχα τοῦ 1822:
...Β΄ : «...ἀποφασίσαμεν νὰ "συμφωνήσωμεν" τὰ λαλούμενα ὀποῦ ἤξευρεν νὰ παίξη ὁ καθεὶς ἐξ ἠμῶν καὶ νὰ δοξάσωμεν τὸν Θεὸ μὲ ταὶς ποτήραις. Ὁ Γούλας ἔπαιξε τὸ σιαρκί, ὁ Τόλιος τὸ ριμπάμπι, ὁ Διαμαντὴς ὅλα- πλὴν ἔπαιξε τὸ βιολὶ τότες καὶ ἐγὼ τὸ μπουζούκι...».
... Μ.Τ: Σὲ μιὰ ἄλλη γιορτή, μὲ τὴν συμμετοχὴ στρατευμένων:
....... Γ΄ : «Ὁ Γεωργούλας Παλαιογιάννης (ἑκατόνταρχος τῆς χιλιαρχίας) λαλοῦσεν πολλὰ γλυκὰ τὸν βαγλαμᾶν, ὁ Παλαιοκώστας τὸ βουζούκι καὶ ἄλλοι (τῆς χιλιαρχίας κατώτεροι ἀξιωματικοί) μὲ λιουγκάρια καὶ ἰκετέλια, ἀκολουθοῦντες αὐτούς, προξενοῦσαν τὴν μεγαλύτερην ἡδονὴ στοὺς Ἕλληνες συναδέλφους τῶν».
.. Μ.Τ: Ὁρισμένα ἀπὸ αὐτὰ τὰ ὄργανα (παιχνίδια τὰ ἔλεγαν τὴν ἐποχὴ ἐκείνη) μὲ κυρίαρχο τὸ μπουζούκι συνεχίζουν τὴν διαδρομή τους καὶ ἐξελίσσονται κατασκευαστικά, ἄλλα περνοῦν στὸ μουσεῖο, καὶ κάποια οὔτε σ'αὐτό. Ἀπὸ τὸν 16ο αἰώνα βρίσκουμε ταμπουρὰ – μπουζούκι στὶς περιγραφὲς τῶν ἐπισκεπτῶν τοῦ ἑλληνικοῦ χώρου. Οἱ ἀγωνιστὲς τοῦ 1821 Γ. Μακρυγιάννης καὶ Γ. Γκούρας τὸν ταμπουρὰ παίζουν καὶ τὸ μπουζούκι. Ὁ Βαυαρὸς φὸν Ἒς ζωγραφίζει (τὸ 1828) τὸν Κολοκοτρώνη νὰ ξαποσταίνει ἀκούγοντας κάποιο ἀπὸ τὰ παλικάρια του νὰ τοῦ παίζει ἕνα εἶδος ταμπουρά-μπουζουκιοῦ καὶ ἄλλα δυὸ παλληκάρια δίπλα νὰ χορεύουν. Στα μετέπειτα χρόνια δείγματα τῆς δημοτικότητας τοῦ ὀργάνου μεταξὺ τῶν λαϊκῶν ἀνθρώπων εἶναι καὶ οἱ ἀναφορὲς τῶν ἐφημερίδων. Ἡ Ἀκρόπολις (15 Ἰουλίου 1888) κάνει λόγο γιὰ ἕναν Ἀνατολίτη μὲ ἐρυθρὸ φεσάκι, ὁ ὁποῖος παίζει σὲ μία ἀπὸ τὶς μάντρες τῆς ὁδοῦ 3ης Σεπτεβρίου, κοντὰ τὸν σιδηρόδρομο τῆς Ἀττικῆς:
.. Α΄ : «Κρατῶν τὸ μπουτζούκι του, ψάλλει, μὲ φωνὴν ὑποτρέμουσαν ἀλλὰ μελαγχολικήν, διάφορα ἀνατολικὰ ἄσματα μὲ τόσον πόθον, μὲ τόσην δόσιν μελαγχολίας, ὥστε ἕκαστος τόνος τῆς φωνῆς του καὶ τοῦ ταμπουρὰ τοῦ εἰσδύει βαθέως εἰς τὴν καρδίαν τοῦ ἀκροατοῦ».
.. Μ.Τ: Τὴν ἴδια ἐποχὴ ἕνας φοβερὸς τύπος τῆς Ἀθήνας, ὁ κουρέας τῆς πλατείας Ὁμόνοιας Πανάγος Μελισιώτης (1854-1904), ὁ περίφημος «ἄψε-σβῆσε» -τὸ προσωνύμιο ἀπὸ τὴν ἐπιγραφὴ τοῦ μαγαζιοῦ του, χορευτής, τραγουδιστῆς, συγγραφέας δραματικῶν εἰδυλλίων καὶ προπαντὸς διάσημος γλεντζές, τριγυρνᾶ στὶς ταβέρνες ἀλλὰ καὶ στὰ θέατρα, ὅπου διαδραματίζονται σκηνὲς σὲ κλέφτικα λημέρια:.
. ..Β΄: «Ἀναδίδων λιγεῖς τόνους ἀπὸ τὸ μπουζούκι του, ἐνεφανίζετο αἴφνης ἐπὶ τῆς σκηνῆς, ἐρασιτέχνης ἠθοποιός, μὲ φέρμελη, μὲ τσαπράζια, μὲ βλαχόκαλτσαις, ἀρειμάνιος, κρούων ἠδύτατα τὸ μπουζούκι του, ἄδων περιπαθῶς τὰ κλέφτικα τραγούδια τῶν βουνῶν, χορεύων ὡς λεβέντης...».
.. Μ.Τ: Ὡς τὶς ἀρχὲς τοῦ 20ού αἰώνα συνεχίζεται τὸ ὄχι πάντα σαφῶς ἐντοπισμένο δρομολόγιο τοῦ μπουζουκιοῦ, πότε παράλληλα μὲ ὄργανα τῆς λεγόμενης δημοτικῆς ὀρχήστρας, πότε σολάροντας περιστασιακὰ στὰ ἴδια πανηγύρια καὶ στὶς παρέες. Φωλιάζει στὶς φυλακὲς καὶ τὰ σινάφια τῶν παράνομων, περνᾶ, ἄλλοτε, μακρὰ διαστήματα ἀφάνειας, ἀλλὰ ποτὲ δὲν χάνεται., Θεωρεῖται βολικότερο στὴν κατασκευή, τὴν μεταφορά, τὸ κρύψιμο, προσιτότερο στὸ παίξιμο. Ἡ ἀγάπη τῶν δοκιμαζόμενων πληθυσμῶν διαπιστώνεται καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι, πολὺ νωρίς, τὸ παίρνουν μαζί τους οἱ μετανάστες στὴν Ἀμερική.
......[Μη με στέλνεις μάνα στην Αμερική mp3
. Μ.Τ: Ένα ἀρθρίδιο, ἐξόχως ἀποκαλυπτικό του κλίματος τῆς ἐποχῆς δημοσιεύεται στὸ Τριφυλλιακὸν Ἡμερολόγιον (1908), μὲ τίτλο «Τὸ μπουζούκι» καὶ μὲ ὑπογραφὴ Χ.Φ. Ἀναφέρεται στὸν «ἰδιοφυοῦς ἱκανότητας», «μοναδικό», ὅπως τὸν ἀποκαλεῖ, μπουζουξὴ Λυκοῦργο Τζανέα, τὸν ὁποῖο οἱ Τριφύλλιοι καὶ κατεξοχὴν οἱ κάτοικοι τῶν Γαργαλιάνων ἐγκωμιάζουν μὲ πρώτη εὐκαιρία.
.... Γ΄: «Τί εἶναι τὸ μπουζούκι του; ...Δὲν εἶναι ὁ κουτσαβάκης ἐκεῖνος τῶν μουσικῶν ὀργάνων ποὺ παίρνει τὸ ἀμὰν ἀμὰν διαλαλῶν τὴν δόξαν τὴν βακχέβαχον σβραχνοσυναχωμένος πάντοτε... ἀπὸ παννυχίους μπατινάδες. Τὸ μπουζούκι τοῦτο ἐξευγενίσθη καὶ προώδευσεν εἰς τᾶς χείρας τοῦ κυρίου Τζανέα τοσούτον, ὥστε εὐλόγως πλέον νὰ μὴν ἀναγνωρίζεται... μὲ ὄλον τὸ ἄχαρι ὄνομα τῆς φυλῆς... τῶν προγόνων του, τῶν ἀγρίων Τζίγκ-Τζὰγκ τῶν ὁποίων διετήρησε εἰσέτι τὸν ἀρχέγονον ὁπλισμὸν καὶ τᾶς χορδᾶς τῶν βαρβάρων ἀδελφῶν του». Τὸ μπουζούκι στὰ χέρια τοῦ Τζανέα «ἀφήνει τόνους ἐξόχως ἁρμονικοὺς διὰ νὰ μὴν εἴπω ὅτι στενάζει, κελαηδεῖ, ὀργίζεται καὶ ὁμιλεῖ ὡς ἔμψυχον»,
... ...[απόσπασμα από σύνθεση (σόλο) του Χρήστου Λεμονόπουλου σε νεότερη εκτέλεση (mp3)]
.. Μ.Τ: Εἶναι φανερὸ ὅτι μετὰ αὐτὸ τὸ τελευταῖο ἀποθησαύρισμα, μοιάζει νὰ φτάνουμε σιγὰ -σιγὰ στὰ δικά μας. Ἡ διαδρομὴ τοῦ μπουζουκιοῦ στὸν εἰκοστὸ αἰώνα εἶναι κοντά μας, κι ὁ καθένας πρόχειρα, μπορεῖ νὰ ἀποτιμήσει γιὰ λογαριασμό του, τοὺς μικροὺς καὶ μεγάλους σταθμούς της. Ἕνας σταθμός, ἴσως νὰ εἶναι κι ὁ σημερινός. Ἐπιτέλους φτάσαμε:
Καλῶς ἦλθες μπουζούκι,
στὸ Μουσικὸ Σχολεῖο! |
|