ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ

Αρχέτυπα αγάπης στον κόσμο της τραγωδίας

 

Η επιλογή και η σύνθεση των συγκεκριμένων αποσπασμάτων προέκυψε από μια αναζήτηση στον κόσμο της Τραγωδίας αρχετύπων αγάπης, που μέσα από το μύθο διέτρεξαν το χρόνο, παρέμειναν ενεργά, και επηρέασαν συνειδητά ή ασυνείδητα τον κόσμο μας και τις επιλογές μας. Διαπιστώνουμε ότι η αγάπη, ο έρωτας, εκδηλώνεται ως έλλειψη, ως αναζήτηση καθώς οι τραγωδοί μας όντας άντρες, είδαν τον κόσμο ή τουλάχιστον αποπειράθηκαν να τον δουν μέσα από το βλέμμα του άλλου, του διαφορετικού, σε μια προσπάθεια προσέγγισής του, και γιατί όχι και κατάκτησής του.

Η αγάπη λοιπόν εκφράζεται μέσα από την Ιφιγένεια και την Πολυξένη ως θυσία για την πατρίδα και γενικότερα για το κοινό καλό. Στην Εκάβη ως σπαρακτική κραυγή της μάνας που χάνει ό,τι πολυτιμότερο αγαπά, τα παιδιά της, την πατρίδα της, τον άντρα της. Στη Μήδεια ως προδομένη αγάπη, η μαύρη της, η καταστροφική πλευρά, που όταν δεν μπορεί να έχει τον άλλο ανακαλύπτει ότι το μόνο σημείο ένωσης είναι ο πόνος, ο σπαραγμός, ο θάνατος. Στη Φαίδρα ως απαγορευμένη αγάπη, εκεί που, όταν η μοίρα επεμβαίνει, ο κοινός θνητός καθοδηγείται είτε στην υπέρτατη ομορφιά ερχόμενος σε επαφή με το ανώτερο-είτε στον όλεθρο. Στην Ελένη ως καθολική ομορφιά, ή αν θέλετε ως μέσο για επαφή με το ανώτερο, σε μια απέλπιδα αναζήτηση του κάλλους, της αγάπης. Στη δε Αντιγόνη βλέπουμε τη συμπαντική αγάπη, που εκδηλώνεται με την τήρηση των ουράνιων νόμων, όπως και στην Κασσάνδρα, που αψηφά τον έρωτα του θεού που υπηρετεί, του Απόλλωνα, καθώς τον ξεγελά υποσχόμενη τον έρωτά της μέχρι να της δοθεί το υπέρτατο δώρο, η μαντική τέχνη και έπειτα τον αρνείται, με τίμημα να είναι προάγγελος συμφορών που κανείς δεν πιστεύει.

Η παράσταση αρχίζει με την Αντιγόνη που υπερασπίζεται αυτό που θεωρεί σωστό και δίκαιο κατά τους άγραφους θεϊκούς νόμους, καθώς, όπως ομολογεί και η ίδια, γεννήθηκε για να αγαπά και όχι για να κρίνει και να διαχωρίζει? έτσι θα θάψει και τον Πολυνείκη, τον αδελφό της που έχασε τη ζωή του σε μια μέρα με αμοιβαίο φόνο από τον αδελφό του Ετεοκλή στον αγώνα για εξουσία. Τίμημα της πράξης της θα είναι ο θάνατος, καθώς δεν τήρησε τις εντολές του Κρέοντα, του θείου της και βασιλιά της Θήβας.

Ακολουθεί η Φαίδρα που ερωτεύεται το θετό γιο της τον Ιππόλυτο και αδυνατώντας να δεχτεί το συναίσθημά της που την υποβιβάζει στα μάτια της αφού στην ουσία προδίδει την αγάπη του άντρα της, του Θησέα, αυτοκτονεί υπερασπιζόμενη την τέχνη της.

Στη συνέχεια βλέπουμε την Μήδεια, που προδίδεται από τον Ιάσονα για τον οποίο θυσίασε την ίδια της την υπόσταση προδίδοντας για χάρη του τον πατέρα, τον αδελφό και την πατρίδα της, παραδίδοντάς του το Χρυσόμαλλο δέρας και ακολουθώντας τον στην Ελλάδα. Όταν όμως, αργότερα μαθαίνει ότι ο Ιάσονας ετοιμάζεται να ξαναπαντρευτεί και να εξορίσει την ίδια με τα δυο τους παιδιά το πάθος της την οδηγεί αυτοκαταστροφικά στο δρόμο του θανάτου, σκοτώνοντας τη μέλλουσα γυναίκα του αλλά και τα ίδια της τα παιδιά, τον τελευταίο κρίκο ένωσης μαζί του. Στο απόσπασμα θα την δούμε να συνδιαλέγεται με τις γυναίκες της Κορίνθου και να ξετυλίγει στο θεατή το σχέδιό της. Η Μήδεια δεν θα τιμωρηθεί γι' αυτή της την πράξη, αντίθετα θα αποχωρήσει για την Ήπειρο πάνω στο άρμα του Ήλιου, δικαιωμένη από τους Θεούς.

Έπειτα παρακολουθούμε την Ιφιγένεια, που θυσιάζεται από τον Ελληνικό στρατό, για να φυσήξει ούριος άνεμος, που θα τους οδηγήσει στο στόχο τους, την Τροία και αντίστοιχα τη Θυσία της Πολυξένης, της Τρωαδίτισσας, κόρης της Εκάβης, προσφορά του στρατού στο θάνατο του Αχιλλέα. Και οι δυο αν και είναι από αντίπαλη χώρα οδηγούνται στο τέλος, το θάνατο, με οδηγό τη γυναικεία τους φύση, που ξέρει να προσφέρεται αγόγγυστα για το κοινό καλό. Ως άμεση συνέχεια εμφανίζεται η τραγική φυσιογνωμία της Ελένης, που χωρίς ουσιαστικά να ευθύνεται η ίδια παρά μονάχα γιατί γεννήθηκε ωραία, η χωρίς μέτρο διεκδίκησή της θα οδηγήσει Τρώες και Έλληνες στις καταστροφικές συνέπειες του πολέμου, όπου δεν υπήρχαν νικητές και δεν είναι δυνατόν να μείνουμε μόνο στο εξωτερικό στοιχείο της ομορφιάς της , αλλά το αρχέτυπο της παραπέμπει σε μια πηγαία δύναμη για ζωή και στο εσωτερικό κάλλος. Το αποκορύφωμα όμως του πόνου θα το ζήσουμε μέσα από τα μάτια της μάνας Εκάβης, της γυναίκας του Πρίαμου που βλέπει τα αγαπημένα της πρόσωπα, τους γυιους της Έκτορα και Πάρη, τις κόρες της Πολυξένη και Κασσάνδρα όπως και τη νύφη της Ανδρομάχη και τον εγγονό της Αστυάνακτα να απομακρύνονται είτε για να πεθάνουν είτε για να σκλαβωθούν. Χάνεται η χώρα και η ίδια, βασίλισσα της Τροίας, θα οδηγηθεί σκλάβα στα ελληνικά παλάτια. Στο τέλος ο απόηχος της συμφοράς έρχεται μέσα από την τραγική Κασσάνδρα, κόρη της Εκάβης, τη μάντισσα, που πληρώνει τη γνώση της μαντικής της τέχνης με την ίδια της τη ζωή, έρμαιο στα χέρια θεών και ανθρώπων, καθώς οδηγημένη στο παλάτι του Αγαμέμνονα ως σκλάβα θα θανατωθεί από τα χέρια της γυναίκας του, της Κλυταιμνήστρας, ως τελευταία πράξη των συμφορών που ήδη είχε προαναγγείλει. Θα ήθελα επίσης να σας μιλήσω εν συντομεία για την ιδέα να συνδεθούν οι ηρωίδες με τα στοιχεία της φύσης, αέρα, γη, νερό, φωτιά, όπως κατά τη γνώμη μου δηλώνονται οι βασικές ροπές, η ιδιοσυγκασία του κάθε συμβόλου. Ας πούμε, Αντιγόνη και Μήδεια, γυναίκες της φωτιάς, Εκάβη, η μεγάλη μάνα γη, Κασσάνδρα, συνδεδεμένη με την πνευματική φωτιά τον αέρα και ούτω καθ' εξής.

Μέσα λοιπόν από αυτές τις γυναικείες υπάρξεις και τα πρωτογενή συναισθήματα των ηρωίδων, αυτών των προσώπων αρχετύπων, ερχόμαστε σε επαφή με τις ροπές κάθε ανθρώπινης ύπαρξης, με καταστάσεις της ανθρώπινης ψυχής, με τα μύχια συναισθήματά μας και σε ανύποπτη χρονική στιγμή οδηγούμαστε στην κάθαρση. Ας έλθουμε λοιπόν στο παρόν και ας αναζητήσουμε μαζί με τα πρόσωπα του μύθου τη δική μας πρόσβαση στο αληθινό, την αλήθεια, την αγάπη μέσα μας.

 

Πίστη Οσλιανίτου

 

Οι συνθέσεις που πλαισιώνουν «Τα πρόσωπα του μύθου» προέρχονται στην πλειοψηφία τους από την προκλασική όπερα.

Η «εφεύρεση» της όπερας γύρω στα 1600 ως αναβίωση του αρχαίου ελληνικού δράματος είναι σήμερα κοινώς αποδεκτή άποψη. Στην όπερα διακρίνει κανείς τη δομή της ελληνικής τραγωδίας, αφού το λιμπρέτο διαιρείται σε άριες (το λυρικό μέρος της τραγωδίας) και ρετσιτατίβα (επικό-δραματικό στοιχείο).

Η όπερα εξαίρει και φροντίζει για το ιδανικό όπως και η τραγωδία. Τόσο ο τραγικός ήρωας όσο και πρωταγωνιστές της όπερας ξεπερνούν τα ανθρώπινα μέτρα. Επιπλέον η αποθέωση του ανθρώπινου πόνου που υπονοείται στην τραγωδία βρίσκει την καλύτερη έκφρασή της στην όπερα (ο Μπράιαν Μπέαν έγραψε: «μπορεί κανείς να κάνει τη θλίψη του τραγούδι όπως και θρήνο»).

Έτσι «Στα πρόσωπα του μύθου» η άρια Vedr ό con mio diletto από την όπερα “ il Giustino ” του A . Vivaldi συνδέεται με την Αντιγόνη και το χορικό «Έρως ανίκατε μάχαν». Το Lasciatemi morire από το δραματικό μαδριγάλι “ Lamento d ' Arianna ” του C . Monteverdi με το θρήνο της Φαίδρας. Η άρια The Plaint από την όπερα “ Fairy Queen ” του H . Purcell με τους θρήνους της Φαίδρας, της Μήδειας και της Εκάβης. H άρια O del mio dolce ardor από την όπερα «Πάρις και Ελένη» του C . W . Gluck με την Ελένη. Τέλος η άρια Cantilena από το έργο “ Bachianas Brasileiras N . 5” του H . Villa - Lobos , η μοναδική σύγχρονη άρια, σχετίζεται με την τελική ηρωίδα, την Κασσάνδρα, η οποία ως προφήτης δεινών που δεν γίνονται πιστευτά είναι ένα αρχέτυπο βαθύτατα ριζωμένο στο συλλογικό ασυνείδητο.

 

Τότα Κυριαζικίδου